Σελίδες

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

Γλωσσάρι Βυζαντίου

Υγρό πυρ
Το υγρό πυρ λεγόμενο και πολεμικό πυρ και στους Δυτικούς γνωστό ως ελληνικό πυρ, ήταν ένα εμπρηστικό όπλο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, που εφευρέθηκε τον 7ο αιώνα  μ.Χ. . Το υγρό πυρ είχε την ιδιότητα να μην σβήνει στο νερό και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απόκρουση των αραβικών πολιορκιών της Κωνσταντινούπολης.

πάροικος
 Στη βυζαντινή κοινωνία ο όρος πάροικος εμφανίστηκε τον 4ο αι και δήλωνε την εξαρτημένη εργατική δύναμη. Στην υστεροβυζαντινή περίοδο ο όρος πάροικος χαρακτήριζε όλους τους κατοίκους των χωριών και των εκτάσεων που ήταν κάτω από τηνε ξουσία ενός δυνατού προσώπου με τη μορφή πρόνοιας και ήταν εξαρτημένοι από αυτόν σε ό,τι αφορά τους φόρους, τα νομικά ζητήματα και την προστασία τους.

Καπηλειό
Καπηλειό χαρακτηρζόταν ο χώρος που συγκεντρώνονταν άνδρες και έπιναν οινοπνευματώδη ποτά τα οποία τους τα σέρβιραν γυναίκες, ήταν κάτι σαν ταβέρνα.

Συντεχνίες
 Με τον όρο συντεχνίες εννοούμε τους συνεργατικούς και συνεταιρικούς θεσμούς μεταξύ τεχνιτών. Τα μέλη συνήθως ήταν συνδεδεμένα μεταξύ τους με σταθερούς δεσμούς καθώς και με ισχυρές δεσμεύσεις.

Δυνατοί
Στα χρόνια του Βυζαντίου δυνατοί ήταν οι ευγενείς. χωρίζονταν σε δύπ κατηγορίες, τους αριστοκράτες της γης και τους αριστοκράτες των αξιωμάτων.Δημιουργήθηκαν κατά τον 8ο αιώνα και σταδιακά εξαπλώθηκαν μέχρι τον 11ο αιώνα.

Νεαρά
Με τον όρο νεαρά εννοούμε το τέταρτο και τελευταίο τμή του νομοθετικού έργου του Ιουστινιανού, το οποίο προανήγγειλε ο αυτοκράτορας στην εισαγωγική διάταξή του.Σημαίνει κατά λέξη νέο διάταγμα και χρησιμοποιείται  για να δηλώσει τις διατάξεις των αυτοκρατόρων εκτός των οργανωμένων κωδίκων. Ήταν γραμμένες κυρίως στα ελληνικά και χρησιμοποιήθηκαν εκτενώς στη Μέση Βυζαντινή περίοδο. Από τα χρόνια των Κομνηνών όμως και εξής αντικαταστάθηκαν από άλλους ειδικότερους όρους και σπάνια συναντώνται στην Ύστερη Βυζαντινή περίοδο.

Κώδικας
Ως κώδικας ορίζονται όλα τα διατάγματα που εκδόθηκαν από τους προηγούμενους αυτοκράτορες και ήταν ακόμη σε ισχύ.

Νοτάριος
Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας και Τουρκοκρατίας ο νοτάριος ήταν ο συμβολαιογράφος. Στο Βυζάντιο ήταν αξιωματούχος του οποίου τα καθήκοντα περιελάμβαναν την καταγραφή των συναλλαγών και την πιστοποίηση των εγγράφων. 

Χρυσόβουλλο
Το χρυσόβουλλο ήταν επίσημο  δημόσιο έγγραφο- αυτοκρατορικό διάταγμα που έφερε χρυσή σφραγίδα στη μεταξωτή ταινία που το συνόδευε, με την οποία βεβαιωνόταν η αυθεντικότητα του διατάγματος. Τα χρυσόβουλλα γράφονταν σε περγαμηνή και αφορούσαν κυρίως δωρεές σε μοναστήρια.

Πορφυρογέννητος
Πορφυρορογέννητος ονομαζόταν ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Κωνσταντίνος Ζ΄ ο οποίος γεννήθηκε στην Πορφύρα, την πορφυρά αίθουσα τουανακτόρου, προοριζόταν για την γέννηση των νόμιμων τέκνων των αυτοκρατόρων. Ο ίδιος όμως ήταν νόθο τέκνο, το οποίο νομιμοποιήθηκε με το γάμο των γονέων του λίγο μετά τη γέννησή του.

Κινστέρνα
Η βασιλική Κινστέρνα, γνωστή πλέον ως υπόγειο παλάτι, είναι η μεγαλύτερη υπόγεια δεξαμενή νερού που κατασκευάστηκε στην Κωνσταντινούπολη. Ονομάστηκε έτσι λόγω της θέσης της κάτω από τη Βασιλική Στοά που βρισκόταν δυτικά του Αυγουσταίου. Η Στοά χτίστηκε πιθανώς από το Μεγάλο Κωνσταντίνο και καταστράφηκε το 475. Η κινστέρνα διαμορφώθηκε ως έχει σήμερα, όταν ξαναχτίστηκε γύρω στο 542 μ. Χ. από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α΄.

Αργυροπράται ή χρυσοχόοι
 Οι αργυροπράται ή χρυσοχόοι επεξεργάζονταν το χρυσάφι, το ασήμι, μαργαριτάρια και πολύτιμους λίθους, κατασκεύαζαν και πωλούσαν, αλλά και αγόραζαν αντικείμενα από ιδιώτε.

Καταλλάκται
Οι τραπεζίται ή καταλλάκται ήταν πολύ εύπορα άτομα που κατείχαν πολύτιμα μέταλλα και χρήματα σε μεγάλες ποσότητες, τα οποία πολλαπλασίαζαν με δανεισμό ή άλλους τρόπους.

Μυρεψοί
Οι μυρεψοί εμπορεύονταν μυρεψικά (καρυκεύματα, αρώματα, βαφικά). Ο προσδιορισμός της ταυτότητας αυτών των ειδών δεν είναι πάντα αυτονόητος.

Βεστιοπράται και πρανδιοπράται
 Οι βεστιοπράται και οι πρανδιοπράται ήταν ειδικευμένοι στην πώληση υφασμάτων και ενδυμάτων. Οι βεστιοπράται προμηθεύονταν εμπόρευμα από τους σηρικαρίους και λιγότερο από τους άρχοντες. Οι πρανδιοπράται αγόραζαν και διέθεταν στην αγορά έτοιμα προϊόντα, τα οποία εισάγονταν από Σύρους εμπόρους.

Μεταξοπράται
Οι μεταξοπράται αγόραζαν ακατέργαστο μετάξι από ξένους και δη Σύρους Άραβες, ή επαρχιώτες, πιθανόν από τη νότια Ιταλία και την Πελοπόννησο, δηλαδή εμπόρους που διέμεναν στα εμπορικά καταλύματα (μιτάτα) της βασιλεύουσας, χωρίς να καταβάλλουν εμπορικά τέλη (πρατίκια), για να το πωλήσουν στους καταρταρίους και τους σηρικαρίους.

Σηρικάριοι
Οι σηρικάριοι στα εργαστήρια και τους αργαλειούς τους  ύφαιναν, έβαφαν, έκοβαν και τύλιγαν σε κυλίνδρους το κατεργασμένο από καταρταρίους ή το ακατέργαστο μετάξι των μεταξοπρατών.

Καταρτάριοι
Οι καταρτάριοι προετοίμαζαν το μετάξι για την τελική επεξεργασία του.

Κηρουλάριοι
Οι κηρουλάριοι προμηθεύονταν κερί από ξένους, κυρίως Βουλγάρους (αλλά και Ρώσους), και την Εκκλησία.

Σαπωνοπράται
Οι σαπωνοπράται κατασκεύαζαν με στάχτη, λάδι και άλλα υλικά και πωλούσαν το κοινό και το πολυτελές σαπούνι από τη Γαλλία, επιτρεπόταν όμως να εισαγάγουν σαπούνι από το εξωτερικό.

Σαλδαμάριοι
Οι σαλδαμάριοι (παντοπώλες) διέθεταν στην αγορά τρόφιμα: νεύρο (θαλασσινά), τυρί, βούτυρο, λάδι, όσπρια, ταριχευμένα ψάρια· σκεύη:βουτία (ξύλινα δοχεία), σκαφίδια (μικρές σκάφες) και υλικά κατασκευών: πίσσα, κεδρέλαιο, καρφία, καννάβι, λινάρι, γύψο.

Ιχθυοπράται
Οι ιχθυοπράται αγόραζαν ψάρια στο γιαλό από καταπλέοντα πλοία και δεν πάστωναν ούτε πωλούσαν νωπά ψάρια στους εξωτικούς (τους ξένους).

Αρτοποιοί
Οι αρτοποιοί και τα ζώα τους ασχολούνταν αποκλειστικά με την παραγωγή του ψωμιού και δεν δεσμεύονταν από το δημόσιο για άλλες λειτουργίες.

Κάπηλοι
Τα καπηλεία, τα οποία διέθεταν οίνο στους πολίτες, έκλειναν τις νύχτες και δε λειτουργούσαν τις Κυριακές και τις γιορτές. Οι κάπηλοι όφειλαν να προσαρμόζουν τα αγγεία και σταθμά τους στις διακυμάνσεις της τιμής του οίνου.

Τεχνίτες

Η ένατη ομάδα επαγγελματιών περιλάμβανε οικοδόμους, επιπλοποιούς (λεπτουργοί), λιθοξόους (μαρμαράριοι), γυψοπλάστες, θυροποιούς (ασκοθυράριοι), βαφείς (ζωγράφοι) . Οι συμφωνηθείσες εργασίες έπρεπε να εκτελούνται εμπρόθεσμα και με ασφαλή τρόπο . Αν ο εργοδότης δε διέθετε υλικά, οι εργολάβοι ζητούσαν από τον έπαρχο να απαλλαγούν από τις συμβατικές υποχρεώσεις τους. Ο εργοδότης όφειλε να καταβάλλει τη συμφωνηθείσα αμοιβή ή να την αυξάνει, αν ο έπαρχος έκρινε ότι ήταν χαμηλή. Προβλεπόταν ότι οι πέτρινες κατασκευές θα είχαν δεκαετή και οι χωμάτινες εξαετή ελάχιστη διάρκεια ζωής, αν και εφόσον δε μεσολαβούσαν φυσικές καταστροφές. Εάν τα κτίσματα κατέρρεαν νωρίτερα, ο εργολάβος έπρεπε να αποκαταστήσει τη ζημιά.

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΗΣ Β΄ ΛΥΚΕΙΟΥ:
Τριάντη Γεωργίου και Μπαρμπαρούση Βασίλειου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου